- Τάνταλος
- Όνομα μυθολογικών προσώπων.
1. Βασιλιάς της Φρυγίας και της Λυδίας, πατέρας του Πέλοπα, του επώνυμου ήρωα της Πελοποννήσου. Ήταν κυρίως γνωστός για το μαρτύριο στο οποίο υποβλήθηκε στον Άδη, όπου τον βασάνιζαν αιώνια η πείνα και η δίψα· ήταν βουτηγμένος ολόκληρος μέσα στο νερό, το οποίο όμως έφευγε όταν αυτός έσκυβε το κεφάλι για να πιει, όπως και ένα κλαδί φορτωμένο καρπούς απομακρυνόταν μόλις άπλωνε το χέρι του για να το πιάσει. Πολλές ήταν οι αιτίες που κατά τους μύθους δικαιολογούσαν το μαρτύριο του T.: ο περισσότερο διαδεδομένος είναι, ότι πρόδωσε τα μυστικά των θεών, που του τα είχαν εμπιστευθεί.
2. Γιος του Θυέστη ή του Βροτέα, πρώτος σύζυγος της Κλυταιμνήστρας. Τον σκότωσε ο Ατρέας. Τον έθαψαν στο Άργος.
3. Γιος του Αμφίονα και της Νιόβης. Τον σκότωσε ο Απόλλωνας στον Κιθαιρώνα καθώς κυνηγούσε.
4. Σπαρτιάτης. Αιχμαλωτίστηκε το 425 π.Χ. από τον Θυρέα και φυλακίστηκε μαζί με τους αιχμαλώτους της Σφακτηρίας. Ίσως να πρόκειται για ιστορικό πρόσωπο.
* * *ο, ΝΜΑμυθικός βασιλιάς τής Φρυγίας, τον οποίο οι θεοί τού Ολύμπου καταδίκασαν για την αλαζονεία του σε αιώνια πείνα και δίψα, στον Άδη, καθώς, κάθε φορά που επιχειρούσε να γευθεί έναν καρπό ή να πιει νερό, αυτά εξαφανίζονταν αμέσως από κοντά τουνεοελλ.1. ως προσηγ. ο τάνταλοςζωολ. γένος πελαγόμορφων πτηνών με λευκό και ερυθρό πτέρωμα και μελανά στίγματα, το οποίο ζει στις τροπικές περιοχές2. φρ. «μαρτύριο τού Ταντάλου» — η αιώνια πείνα και δίψα στις οποίες καταδικάστηκε ο βασιλιάς Τάνταλος και, κατ' επέκτ., κάθε σκληρή τιμωρία που θυμίζει την παραπάνω καταδίκηαρχ.παροιμ. φρ. «ἐπειδὴ τὸν Ταντάλου λίθον τῆς κεφαλῆς ἀπετινάξαμεν» — λεγόταν για ενδεχόμενο σοβαρό κίνδυνο (λεξ. Σούδα).[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Αν υποτεθεί ότι το ανθρωπωνύμιο είναι ελλ. προέλευσης, κατά την επικρατέστερη άποψη έχει σχηματιστεί με εκφραστικό διπλασιασμό από το θ. ταλ- τής δισύλλαβης ρίζας ταλα- τού ταλάσσαι (πρβλ. ταλα-εργός, βλ. λ. τάλας) και ανομοιωτική τροπή τού πρώτου -λ- σε -ν-: Τάνταλος < *Τάλ-ταλ-ος. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη, το ανθρωπωνύμιο σήμαινε αυτόν που σηκώνει, που κουβαλάει μεγάλο βάρος (πρβλ. Ἄτλας). Κατ' άλλη άποψη, το ανθρωπωνύμιο έχει σχηματιστεί από το υπερθετικό ταλάντατος τού τάλας και έχει τη σημ. τού πάρα πολύ δοκιμασμένου, τού βασανισμένου. Ωστόσο, πολλή πιθανή είναι και η άποψη ότι το ανθρωπωνύμιο δεν είναι ελληνικής προέλευσης].
Dictionary of Greek. 2013.